Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010

Αιωνία σου η μνήμη, αοίδιμε Ιεράρχα Απόστολε!


Στην τελευταία του κατοικία στο Δημοτικό Κοιμητήριο Ταξιαρχών της πόλεως Ρόδου και με τιμές εν ενεργεία Μητροπολίτη οδηγήθηκε σήμερα ο μακαριστός πρώην Μητροπολίτης Ρόδου κυρός Απόστολος.

Το παρών έδωσε κλήρος και λαός της Ρόδου καθώς και συντοπίτες του εκλιπόντος από την γενέτειρά του, το χωριό Αρχάγγελος Ρόδου.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως εκπροσώπησε ο Μητροπολίτης Ιερισσού ου Όρους και Αρδαμερίου Νικόδημος, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας εκπροσώπησε ο Επίσκοπος Μπουρούντι και Ρουάντας Σάββας, ο Μητροπολίτης Μιλήτου Απόστολος, ο Μητροπολίτης Περιστερίου Χρυσόστομος, ο Ζακύνθου Χρυσόστομος, ο Σύμης Χρυσόστομος, ο Μητροπολίτης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Βαρνάβας, Λέρου – Καλύμνου – Αστυπαλαίας Παίσιος, Πατριαρχικός Έξαρχος Πάτμου κ. Αντίπας.

Της εξοδίου ακολουθίας προέστη ο Αριχεπίσκοπος Κρήτης κ. Ειρηναίος.

Το πένθος της Εκκλησίας κράτησε ο Μιλήτου Απόστολος και ο Λέρου – Καλύμνου - Αστυπαλαίας Παϊσιος ενώ τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο Μητροπολίτης Ρόδου κ. Κύριλλος.

Παρόντες ήταν επίσης ο εκπρόσωπος της Καθολικής Εκκλησίας στη Ρόδο πατήρ Λουκάς και ο Χότζας της Ρόδου.

Από τις τοπικές αρχές παρέστησαν βουλευτές, ο νομάρχης Δωδεκανήσου, δήμαρχοι του νησιού, εκπρόσωποι των Σωμάτων Ασφαλείας και πολύς κόσμος που γνώριζε και τίμησε με την παρουσία του τον εκλιπόντα ιεράρχη.

Η Romfea.gr δημοσιεύει παρακάτω και τον επικήδειο λόγο:

ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ

ΠΡΩΗΝ ΡΟΔΟΥ ΚΥΡΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟΝ

«Ελεύση δε εν τάφω ώσπερ σίτος ώριμος κατά καιρόν θεριζόμενος, η ώσπερ θιμωνία άλωνος καθ̉ ώραν συγκομισθείσα» (Ιώβ 5.26).

Σεβασμιώτατε Εκπρόσωπε της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, Μητροπολίτα Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Νικόδημε.

Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι Άγιοι Αρχιερείς,

Εξοχώτατοι και Εντιμότατοι Εκπρόσωποι της τε Πολιτικής και Στρατιωτικής Ηγεσίας,

Τίμιον Πρεσβυτέριον, οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχαί,

Λαέ του Κυρίου ηγαπημένε,

Επιτρέψατέ μοι την αναφερθείσαν εις την αρχήν του λόγου ρήσιν Ελιφάζ του Θαιμανίτου προς τον δίκαιον και πολύαθλον Ιώβ να προσαρμόσω επικαίρως εις το πρόσωπον του των προσκαίρων μεταστάντος και προς τας αιωνίους καταπαύσεις εκδημήσαντος Μητροπολίτου πρώην Ρόδου κυρού Αποστόλου.

Διότι ο αείμνηστος πλέον Ιεράρχης της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας και επί δεκαεξαετίαν Ποιμενάρχης της Παυλικής των Ροδίων Μητροπόλεως, ο επί εξήκοντα και τέσσαρα έτη βαστάσας επωμάδιον τον βαρύν αλλά χρηστόν ζυγόν της ιερωσύνης και αρχιερωσύνης, υπερβάς και το «εν δυναστείας» Δαυϊτικόν όριον ηλικίας, κατά την μακράν και ευδόκιμον εκκλησιαστικήν διακονίαν του και κατά τα τελευταία έτη του από της ενεργού δράσεως σαββατισμού του ανέδειξε εαυτόν πολυειδώς και πολυτρόπως «σίτον Χριστού», κατά την φράσιν Ιγνατίου του Θεοφόρου, και αυξηθείς και ωριμάσας εν αγάπη, ταπεινώσει, καρτερία και υπομονή, εθερίσθη, όντως «κατά καιρόν θεριζόμενος» υπό του ουρανίου γεωργού των ψυχών, κατά τας πρώτας .....

Επί τω γενομένω τούτω θερισμώ του ωρίμου «σίτου Χριστού», επί τη επισυμβάση δηλαδή οσιοτρόπω τελευτή του αειμνήστου Μητροπολίτου, θλίψις κατ̉ άνθρωπον κατέλαβεν πάντας ημάς, τον τε ιερόν κλήρον και το χριστεπώνυμον πλήρωμα της Ιεράς Μητροπόλεως Ρόδου, το επί σειράν ετών ηγαπημένον ποίμνιον του όντως καλού και αγαθού ποιμένος Αποστόλου.

Και ολίγον προ της ταφής του σκηνώματός του εις την γενέτειραν γην, συνελθόντες αυθορμήτως και εν μέσω εκκλησίας προσευχητικώς κυκλούντες αυτό, αποκομίζομεν ως βίωμα το υπό του μεγίστου εν σοφία Σειραχίδου λεχθέν, τουτέστιν το, «Κυκλόθεν αυτού στέφανος αδελφών ως βλάστημα κέδρου εν τω Λιβάνω και εκύκλωσαν αυτόν στελέχη φοινίκων» (Σοφ. Σειράχ 20, 13).

«Στέφανος αδελφών» και «στελέχη φοινίκων» περί το σεπτόν σκήνωμά του πάντες ημείς, ευχαριστούντες τον εν Τριάδι Θεόν ότι έδωκεν αυτόν εις την Εκκλησίαν Του και κατέστησεν αυτόν ποιμένα του λαού Του και ασπαζόμενοι δια τελευταίαν φοράν, μετά αγάπης υικής, την τιμίαν αρχιερατικήν χείρά του, την τοσαύτας ευλογίας εις πάντας επιφυλάξασαν και διανείμασαν, αποδίδομεν τον εκ καρδίας σεβασμόν και την γνησίαν ευγνωμοσύνην μας.

Ο Μητροπολίτης πρώην Ρόδου κυρός Αποστόλος, κατά κόσμον Παναγιώτης Διμέλης, εγεννήθη αρχομένης της τρίτης δεκαετηρίδος του εικοστού αιώνος εις την Κωμόπολιν Αρχάγγελος της Ρόδου εκ γονέων πιστών, ευσεβών και παραδοσιακών.

Ο πατέρας του Σάββας, πρόσωπον σεβαστόν της τοπικής κοινωνίας και στέλεχος των Κατηχητικών Σχολείων της περιόδου μετά την απαγόρευσιν της Ελληνικής παιδείας εις την Δωδεκάνησον, και η ευλαβής μητέρα του Δέσποινα, ανέθρεψαν το πέμπτον από τα οκτώ τέκνα των κατά το αποστολικόν «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου» και ενστάλλαξαν εις την ψυχήν του τα νάματα της πίστεως και της αγάπης προς την Εκκλησία, προετοιμάζοντες αυτόν δια την μελλοντικήν αφιέρωσιν και την εκκλησιαστικήν σταδιοδρομίαν.

Συμπληρώσας τον κύκλον των εγκυκλίων μαθημάτων εις την γενέτειραν και έχων έφεσιν δια ευρυτέραν μόρφωσιν και παιδείαν ανεχώρησε προς την Βασιλίδα των Πόλεων, την Κωνσταντινούπολη, φέρων συστατικόν Γράμμα του αοιδίμου Μητροπολίτου Ρόδου Αποστόλου Τρύφωνος, του οποίου το όνομα θα λάβη αργότερον κατά την εις Διάκονον χειροτονίαν του.

Φθάσας εκεί εφοίτησε κατ̉ αρχάς εις το γυμνασιακόν τμήμα της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, δεδομένου ότι αύτη δεν ανεγνώριζε τους ους είχε τίτλους αποφοιτήσεως εκ του ιταλικού γυμνασίου. Περατώσας επιτυχώς τας γυμνασιακάς σπουδάς ενεγράφη εις το Πανεπιστημιακό τμήμα αυτής, το έτος 1951, εκ του οποίου απεφοίτησεν αριστούχος το έτος 1956.

Πλήρης των εφοδίων δι̉ ην προωρίζετο ιεράν διακονίαν, ολίγον προ της αποφοιτήσεως εχειροτονήθη Διάκονος και Πρεσβύτερος από τον τότε Σχολάρχη αείμνηστο Μητροπολίτη Ικονίου κυρό Ιάκωβο.

Εν συνεχεία απεστάλη ως υπότροφος της Εκκλησίας δια μεταπτυχιακάς σπουδάς εις την Θεολογικήν Σχολήν του Βουκουρεστίου, τας οποίας και συμπληρώσας επιτυχώς επέστρεψεν εις το Φανάριον, όπου και έλαβε το Οφίκκιον του Αρχιμανδρίτου υπό του αοιδίμου Οικουμενικού Πατριάρχου κυρού Αθηναγόρου, ο οποίος μεγάλως εξετίμα τον νέον φέρελπιν Κληρικόν του Θρόνου και έτρεφε δι̉ αυτόν πολλάς και χρηστάς ελπίδας. Εις τας αυλάς της Μεγάλης Εκκλησίας παρέμεινεν επί διετίαν διακονών την Εκκλησίαν και τον Προκαθήμενον Αυτής ως Εφημέριος του Πατριαρχικού Παρεκκλησίου.

Το έτος 1961, προτάσει του Πατριάρχου, μετέβη εις Θεσσαλονίκην επί σκοπώ ανωτέρων σπουδών και εκπονήσεως διδακτορικής διατρικής εις τον τομέα της Καινής Διαθήκης, επιλέξας σύμβουλον καθηγητή τον Βασίλειο Ιωαννίδη και εδιωρίσθη παραλλήλως Εφημέριος εις την Ενορίαν των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Καλαμαριάς, όπου και διηκόνησε επί μικρόν χρονικόν διάστημα, διορισθείς το αμέσως επόμενον έτος Αναπληρωτής Ηγούμενος της Ιεράς Βασιλικής, Σταυροπηγιακής και Πατριαρχικής Μονής της Αγίας Αναστασίας Χαλκιδικής, στην ηγουμενεία της οποίας δια σεπτού Πατριαρχικού Γράμματος κατεστάθη τον Ιούλιο του επομένου έτους (1963) εις διαδοχήν του Ηγουμένου Γεωργίου, κατόπιν Μητροπολίτου Καρπάθου και Κάσου.

Ως Αναπληρωτής Ηγούμενος είχε την τιμήν να υποδεχθή τον Πατριάρχην Αθηναγόραν κατά την γενομένην επίσκεψιν εις την Ιεράν Μονήν εξ αφορμής της ελεύσεως αυτού δια τον εορτασμόν της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους.

Αναλαβών την καθηγεσίαν της Ιεράς Μονής της Αγίας Αναστασίας επέδειξεν αξιοζηλεύτους διοικητικάς και οργανωτικάς ικανότητας μεριμνήσας δια την διοργάνωσιν και την εν γένει καλήν πορείαν αυτής.

Επί των ημερών της ηγουμενίας του εβελτιώθησαν αι κτιριακαί εγκαταστάσεις της Μονής, κατεσκευάσθη ο δρόμος προς αυτήν, εδημιουργήθη ο οικοδομικός συνεταιρισμός, κατοχυρώθη και αξιοποιήθη η περιουσία αυτής και χάριν εις τας αόκνους προσπαθείας του επετεύχθη η έκδοσις του Ν. Δ. 249/1969, δια του οποίου η Ιερά Μονή υπήχθη πνευματικώς και διοικητικώς εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, συμβάλας τοιουτρόπως εις το να λάβουν τέλος αι εξαιτίας της προηγουμένης ασαφούς καταστάσεως προστριβαί και έριδαι μεταξύ του πανσέπτου Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Παραλλήλως, ως έχων την προεδρείαν της εν τη Μονή λειτουργούσης Εκκλησιαστικής Σχολής, συνέβαλλε τα μέγιστα εις την απρόσκοπτον και εύρυθμον λειτουργίαν αυτής, επιδείξας ιδιαίτερον πατρικόν ενδιαφέρον προς τους σπουδαστάς και ελθών προσωπικώς εις πολλούς εξ αυτών αρωγός και συμπαραστάτης και βοηθός.

Μέχρι σήμερον οι επί των ημερών του απόφοιτοι της Σχολής «Αγιαναστασίται» μνημονεύουσι μετά μεγάλου σεβασμού και ευγνωμοσύνης πολλής του τιμίου ονόματός του.

Η Μήτηρ Εκκλησία αμείβουσα τους κόπους και την εύορκον και επαινετήν διακονίαν του , τη εισηγήσει του αοιδίμου Οικουμενικού Πατριάρχου Δημητρίου, εξέλεξεν αυτόν Επίσκοπον Ευμενείας την 20 Νοεμβρίου του έτους 1972. Επίσκοπος εχειροτονήθη εις τον Ιερόν Ναόν Εισοδίων της Θεοτόκου της μεγαλωνύμου Κοινότητος του Σταυροδρομίου υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Χαλκηδόνος κυρού Μελίτωνος. Τέσσαρα χρόνια αργότερον, την 17η Νοεμβρίου 1977 προαχθείς εξελέγη Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως και Θείρων.

Εις την ηγουμενείαν της γεραράς Μονής της Αγίας Αναστασίας παρέμεινε έως την 15η Οκτωβρίου 1985 και μετά την οικειοθελή παραίτησιν συνέχισε να διαμένη εις την Ιεράν Μονήν παρέχοντας τας πολυτίμους υπηρεσίας του και τιμώμενος από την, υπό την καθηγεσίαν του πνευματικού αυτού τέκνου Μητροπολίτου Μιλήτου κ. Αποστόλου, αδελφότητα αυτής.

Την 5η Μαΐου του έτους 1988 εξελέγη Μητροπολίτης της Παυλικής Μητροπόλεως Ρόδου εις διαδοχήν του επί 38 συναπτά έτη Ποιμενάρχου αυτής αειμνήστου Μητροπολίτου Σπυρίδωνος του Συνοδινού και ενεθρονίσθη την 22α του ιδίου μηνός εις τον Ιερόν Μητροπολιτικόν Ναόν των Εισοδίων της Θεοτόκου.

Αναλαβών τους οίακας της πρώτης των Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου έθεσε ευαγγελικώς «την χείρα επί το άροτρον» και ανέλαβε μετά ζήλου την διαποίμανσιν του εν Ρόδω και εν ταις νήσοις Σύμη, Νισύρω, Χάλκη, Τήλω και Καστελορίζω λαού του Θεού, γενόμενος τύπος «των πιστών εν λόγω, εν αναστροφή, εν αγάπη, εν πνεύματι...» (Α’ Τιμ. Ε’, 12), ιερουργών τα θεία μυστήρια και εκτελών την εμπιστευθείσαν αυτώ αρχιερατικήν και ποιμαντικήν διακονίαν άνευ επιδείξεων και τυμπανοκρουσιών.

Επί των ημερών της αρχιερατείας του ανηγέρθησαν και εκαλλωπίσθησαν πλείστοι ιεροί Ναοί, ανεκαινίσθησαν και ελειτούργησαν Ιεραί Μοναί ως αι του Ταξιάρχου Μιχαήλ Θαρρίου και της Υπεραγίας Θεοτόκου της Υψενής, ιδρύθησαν νέαι, ως αι της Παραμυθίας και της Παντανάσσης, και μετά πολλούς χρόνους οργανωμέναι Μοναστικαί Αδελφότηται εφυτεύθησαν εν Ρόδω, ελειτούργησαν αι Εκκλησιαστικαί Κατασκηνώσεις εις τας Ιεράς Μονάς Θαρρίου και Υψενής και αι της Ιεράς Μητροπόλεως εν Λάρδω, ο Τηλεοπτικός Σταθμός «ΘΑΡΙ», συνεκροτήθησαν νέαι Ενορίαι κατά τας αναφανείσας τοπικάς ανάγκας, εχειροτονήθησαν πολλοί νέοι κληρικοί και εφιλοξενήθησαν Διορθόδοξα και Διαχριστινιακά Συνέδρια.

Είχε δε την ιδιαιτέραν ευλογίαν και τιμήν να υποδεχθή τρις επισήμως εις τα όρια της Επαρχίας του τον νυν ευκλεώς πατριαρχεύοντα Οικουμενικόν Πατριάρχην κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΝ.

Αποχωρήσας της εκκλησιαστικής κονίστρας τον Απρίλιο του έτους 2004 αφήκεν εις τιμήν και έπαινόν του και δεκαεξαετή πολύκαρπον και καλλίκαρπον εν Ρόδω ποιμαντικήν διακονίαν και παρέμεινε έκτοτε ενταύθα εφησυχάζων εις την οικίαν του και απολαύων του παρά πάντων σεβασμού, διακριτικώτατος εις τας κινήσεις του και υποδεχόμενος πάντας μετ̉ εγκαρδίων αισθημάτων χαράς και πνευματικής ικανοποιήσεως.

Ο Μητροπολίτης Απόστολος καθ̉ όλον το διάστημα της μακράς ιερατικής και αρχιερατικής διακονίας του επέδειξε γνήσιον εκκλησιαστικόν φρόνημα, αγάπην προς τον Χριστόν και την Εκκλησίαν Του, αγάπην προς τον άνθρωπον.

Ως κύριον χαρακτηριστικόν της προσωπικότητός του ως Ιεράρχου του Θρόνου είναι αναμφιβόλως η άνευ όρων και ορίων αφοσίωσις εις τον θεσμόν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η πιστότης και υπακοή εις τα κελεύσματα της Μητρός ημών Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, τα δίκαια της οποίας μετ̉ ευλαβείας διεφύλαξε και προάσπισε.

Ως χαρακτήρ διεκρίθη δια το απλούν και ανεπιτήδευτον εις τους τρόπους, το μέτριον και ολιγαρκές, το πράον και μειλίχιον προς πάντας, την κατά Χριστόν ταπείνωσιν, την σεμνότητα και την προσήνειαν, αρετάς αι οποίαι κατηξίωσαν αυτόν εις τας συνειδήσεις του ποιμνίου και δια τας οποίας εξετιμήθη και ηγαπήθη.

Αλλ̉ ήδη ο πολιός Ιεράρχης ως άλλος Ιακώβ, «τη νόσω καμφθείς και τω γήρα τριχωθείς», κατέπαυσε και μετεκλήθη υπό του Κυρίου εις την αχειροποίητον πόλιν, την άνω Ιερουσαλήμ. «Συνετέλεσεν εν αγαθοίς τον βίον αυτού» (Ιώβ 14, 14) και κατέρχεται πλήρης ημερών εις τον τάφον εν τη πεποιθήσει της εκπληρώσεως της εν τω κόσμω και τη Εκκλησία αποστολής του, λέγων συν τω Παύλω· «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα· λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος» (Τιμ. Β’, 4, 7-8)

Αοίδιμε Μητροπολίτα Απόστολε

Κατά την ιεράν ταύτην στιγμήν της εξοδίου Ακολουθίας σου ιστάμεθα πάντες ημείς ενώπιον του σεπτού σκηνώματός σου αποδίδοντας ευχαριστίας δι̉ όλα όσα υπέρ του ποιμνίου σου και της Εκκλησίας εκοπίασας.

Εν τη πίστει και τη προσδοκία της Αναστάσεως των κεκοιμημένων και της ζωής του μέλλοντος αιώνος προπέμπομέν σε του προσκαίρου κόσμου. Πορεύου, ίνα συναυλισθής μετά των προαπελθόντων Πατέρων και Αδελφών ημών και αναπαυθής «παρά τας διεξόδους των υδάτων» (Ψαλμ. 1,3). Μνημόνευε εν τω επουρανίω θυσιαστηρίω πάντων ημών και προσεύχου υπέρ της Εκκλησίας.

Αιωνία σου η μνήμη, αοίδιμε Ιεράρχα Απόστολε!


http://www.romfea.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση